- τετελεσμένο γεγονός
- cвршен чин
Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.
Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.
γεγονός — Είναι η πράξη, το συμβάν, επίσης η πραγματικότητα, η αλήθεια. (Φυσ.) Θεμελιώδης έννοια της φυσικής. Ένα γ. καθορίζεται όχι μόνο από τη θέση αλλά και από τον χρόνο που συνέβη. Μερικά παραδείγματα γ. είναι η εκπομπή σωματίων ή φωτεινών λάμψεων… … Dictionary of Greek
χριστιανός — I Όνομα βασιλιάδων της Δανίας. 1. X. A’ (1425 – 1481). Γιος του δούκα του Ολδεμβούργου. Μετά τον θάνατο του Χριστόφορου Γ’ έγινε βασιλιάς της Δανίας και το 1450 της Νορβηγίας. Η Σουηδία αντίθετα, αν και υπαγόταν επίσης στο στέμμα της Δανίας, δεν… … Dictionary of Greek
Τολστόι — Επώνυμο Ρώσων συγγραφέων, καλλιτεχνών και κοινωνικών παραγόντων, που είχαν τον τίτλο του κόμη. 1. Αλεξέι Κονσταντίνοβιτς (Πετρούπολη 1817 – Κράνσι Ρογκ, Τσερνίγκοφ 1875). Ποιητής, πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας). Από αριστοκρατική οικογένεια … Dictionary of Greek
φάκτουμ — το, Ν άκλ. 1. τετελεσμένο γεγονός 2. πραγματικότητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. factum «έργο, πράξη, πεπραγμένο»] … Dictionary of Greek
χαιρέτισμα — το, Ν [χαιρετίζω] 1. χαιρετισμός 2. στον πληθ. τα χαιρετίσματα α) αποστολή, με γράμμα ή διαβίβαση μέσω άλλου, χαιρετισμού, ευχών και εκδηλώσεων αγάπης σε κάποιον («τα χαιρετίσματά μου στην οικογένειά σου») β) (χωρίς αρθρ.) χαιρετίσματα ειρων. α)… … Dictionary of Greek
Ελεβήχος ή Ελλεβίχος — (4ος αι. μ.Χ.). Βυζαντινός στρατηγός στην περίοδο της αυτοκρατορίας του Θεοδόσιου Α’ (379 395). Έγινε γνωστός από τα επαναστατικά γεγονότα του χειμώνα του 387 στην Αντιόχεια, στη διάρκεια των οποίων οι κάτοικοι της πόλης επαναστάτησαν εξαιτίας… … Dictionary of Greek
Μπίλοβ, Μπέρνχαρντ Χάινριχ Καρλ φον- — (Bernhardt Heinrich Karl von Bulow, Κλάιν Φλότμπεκ, Αλτόνα 1849 – Ρώμη 1929). Γερμανός διπλωμάτης. Υπηρέτησε διαδοχικά στις πρεσβείες της Ρώμης, Πετρούπολης, Βιέννης, Αθήνα, Παρισιού. Το 1897, ως υπουργός Εξωτερικών απέρριψε τις προτάσεις… … Dictionary of Greek
Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… … Dictionary of Greek
Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… … Dictionary of Greek
Οικουμενικό Πατριαρχείο — Η έδρα του οικουμενικού πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη, αρχηγού της Ορθοδοξίας και προκαθήμενου των πατριαρχών της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ονομάζεται και Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως καθώς και Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία. Το Ο.Π.… … Dictionary of Greek